Aπειλές για τους εργαζόμενους- ευκαιρίες για τους εργοδότες



Το τελευταίο χρονικό διάστημα πολλές είναι οι διατάξεις που έχουν μεταβάλλει το εργασιακό τοπίο, όσο αφορά το ωράριο των εργαζομένων, τις αμοιβές, την αποζημίωση απόλυσης και εργατικά θέματα. Όλες οι μεταβολές είναι στο πνεύμα αύξησης της ανταγωνιστικότητας, μείωσης του κόστους  και παροχής ευελιξίας  στις επιχειρήσεις. Συγχρόνως όμως, οι μεταβολές αυτές επέφεραν σημαντικό πλήγμα στα δικαιώματα των εργαζομένων και αύξηση της εργασιακής ανασφάλειας, χωρίς να περιορίσουν το κύμα των απολύσεων που ακολούθησε τη ψήφιση των σχετικών νόμων. Συνοπτικά οι κυριότερες μεταβολές που πραγματοποιήθηκαν είναι:
1) Μονομερής επιβολή εκ περιτροπής απασχόλησης
Αν περιοριστούν οι δραστηριότητές της επιχείρησης ο εργοδότης μπορεί αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, να επιβάλλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος, μόνο εφόσον προηγουμένως προβεί σε ενημέρωση και διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 260/2006 και του Ν. 1767/1988. (παρ. 3 άρθρο 17 Ν. 3899/2010).
Ακόμα και στην περίπτωση που οι εργαζόμενοι δεν δεχτούν την εργοδοτική πρόταση, ο εργοδότης έχει την δυνατότητα να επιβάλλει μονομερώς σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης, προκειμένου να αποφευχθούν οι απολύσεις, για χρονικό διάστημα μέχρι εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος.
 Ο νόμος απαγορεύει ρητά την υπέρβαση των εννέα μηνών εκ περιτροπής απασχόλησης μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος, που σημαίνει ότι οι εργαζόμενου θα επιστρέψουν στο προηγούμενο εργασιακό καθεστώτος, το οποίο τηρούσαν πριν την επιβολή του συστήματος εκ περιτροπής απασχόλησης.
Μετά τη λήξη του εννιάμηνου είναι δυνατή η απόλυση του εργαζομένου με ή χωρίς προειδοποίηση με την καταβολή της αντίστοιχης αποζημίωσης απόλυσης. Ο υπολογισμός της αποζημίωσης απόλυσης θα γίνει με τις αποδοχές της πλήρους απασχόλησης διότι αυτό είναι το πνεύμα του νομοθέτη.
Επισημαίνουμε ότι, αν ο εργοδότης πραγματοποιήσει καταγγελία της σύμβασης εργασίας εργαζομένων ενώ έχει επιβάλλει μονομερώς σύστημα εκ περιτροπής εργασίας κινδυνεύει να ακυρωθεί από τα πολιτικά δικαστήρια σε ενδεχόμενη προσφυγή των εργαζομένων, διότι ο νομοθέτης αναφέρει ότι αντί καταγγελίας μπορεί να επιβάλλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόληση.
2) Επιχειρησιακές Συμβάσεις Εργασίας
Με το άρθρο 37 του Ν. 4024/2011 θεσπίστηκε μια σειρά σημαντικών μεταβολών στην εργατική νομοθεσία δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην διευκόλυνση σύναψης επιχειρησιακών συμβάσεων μεταξύ εργοδότη – εργαζομένων, εφόσον πλέον ο εργαζόμενοι μπορούν να εκπροσωπηθούν από τις Ενώσεις Προσώπων, όταν δεν υπάρχει επιχειρησιακό σωματείο.
Η σύναψη των επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων μπορεί να γίνει, κατά σειρά προτεραιότητας, από:
1) συνδικαλιστικές οργανώσεις της επιχείρησης που καλύπτουν τους εργαζόμενους ή,
2) σε περίπτωση που δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση, από ένωση προσώπων, και πάντως ανεξάρτητα από την κατηγορία, τη θέση ή την ειδικότητα των εργαζομένων στην επιχείρηση και,
3) εφόσον αυτές ελλείπουν, από τις αντίστοιχες πρωτοβάθμιες κλαδικές οργανώσεις και από τον εργοδότη.
Η Ένωση Προσώπων πρέπει να αποτελείται τουλάχιστον από τα τρία πέμπτα (3/5) των εργαζομένων στην επιχείρηση, ανεξαρτήτως του συνολικού αριθμού εργαζομένων σε αυτήν και χωρίς η διάρκειά της να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό.
Οι επιχειρησιακές ΣΣΕ δεν επιτρέπεται να έχουν όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζομένους από τους όρους εργασίας της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.. Συνεπώς η μείωση των αποδοχών δε μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το κατώτατο όριο μισθού της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.. Στην περίπτωση που η επιχείρηση εφαρμόσει επιχειρησιακή ΣΣΕ η μείωση αποδοχών καθώς και οι άλλοι όροι θα ισχύουν και για το σύνολο του προσωπικού.
Για την επιλεκτική εφαρμογή της μείωσης αποδοχών ή των άλλων όρων που περιλαμβάνει η επιχειρησιακή ΣΣΕ σε ορισμένους εργαζόμενους ή μια συγκεκριμένη ειδικότητα εργαζομένων απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3896/2011 περί ισότητας, αρχή της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων. Επομένως, εάν οι όροι της επιχειρησιακής ΣΣΕ δεν προσκρούουν στις διατάξεις περί ισότητας του Ν. 3896/2011 και θεωρηθεί διάκριση, υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής τους σε ένα μέρος των εργαζομένων.
Όσον αφορά την διάρκεια εφαρμογής της επιχειρησιακής Σ.Σ.Ε. δεν υπάρχει κάποιος περιορισμός σύμφωνα με τις νέες διατάξεις.
Όσο διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση Συρροής με κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας και πάντως δεν επιτρέπεται να περιέχει όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας εθνικών συλλογικών συμβάσεων.
3) Μείωση αποζημίωσης απόλυσης με ή χωρίς προειδοποίηση
Το ποσό της αποζημίωσης που οφείλεται στους υπαλλήλους όταν απολύονται όπως και ο χρόνος προειδοποίησής τους καθορίζονται ανάλογα από τα έτη προϋπηρεσίας του απολυόμενου μισθωτού στον εργοδότη από τον οποίο απολύεται. Σε περίπτωση προειδοποίησης της καταγγελίας σύμβασης εργασίας υπαλλήλου καταβάλλεται το ήμισυ της πλήρους αποζημίωσης της πλήρους αποζημίωσης (άρθρο 4 Ν. 3198/55, άρθρο 74 Ν. 3863/2010, άρθρο 17 παρ. 5 Ν. 3899/2010). Με τις διατάξεις των τελευταίων νόμων καθορίστηκαν νέοι χρόνοι προειδοποίησης καταγγελίας σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου υπαλλήλων με αποτέλεσμα το αναλογούν ποσό της οφειλόμενης αποζημίωσης να μειωθεί αρκετά. Οι νέοι χρόνοι προειδοποίησης ορίζονται με την παρ. 2 και 3 του άρθρου 74 του Ν.3863/2010 όπως συμπληρώθηκαν την παρ. 5 του άρθρου 17 του Ν. 3899/2010.
Εκτός της αποζημίωσης οι μισθωτοί δικαιούνται και προσαύξηση με ποσοστό 1/6 (2 μισθούς:12 μήνες) στο σύνολο της οφειλόμενης αποζημίωσης, λόγω συνυπολογισμού των επιδομάτων εορτών (δώρα) Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας.
Όταν η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας υπερβαίνει τις αποδοχές δύο (2) μηνών, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο (2) μηνών. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές δύο (2) μηνών, εκτός και αν το ποσό που υπολείπεται για την εξόφληση του συνόλου της αποζημίωσης είναι μικρότερο. Η πρώτη δόση καταβάλλεται την επομένη της συμπλήρωσης διμήνου από την απόλυση (άρθρο 74 παρ. 3 Ν.3863/2010).
Πριν τη ψήφιση του Ν.3863/2010 η καταβολή του ποσού της αποζημίωσης απόλυσης έπρεπε να καταβληθεί ολόκληρη την ημέρα της απολύσεως, εκτός εάν αυτή υπερέβαινε τους 6 μήνες, οπότε μπορούσε να καταβάλλει το ποσό μέχρι 6 μήνες εφάπαξ και το υπόλοιπο σε τριμηνιαίες δόσεις, η κάθε δόση εκ των οποίων δεν μπορούσε να είναι μικρότερη από τις αποδοχές τριών μηνών.
Η απασχόληση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου λογίζεται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες από την ημέρα ισχύος της και η οποία μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης, εκτός κι αν άλλο συμφωνήσουν τα μέρη.(άρθρο 17 παρ. 5 του Ν. 3899/2010). Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε πρόσληψη εργαζόμενου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου και καταγγελία της σύμβασης εργασίας εντός των δώδεκα μηνών δεν οφείλεται αποζημίωση. Η προηγούμενη διάταξη όριζε το αντίστοιχο διάστημα σε δύο (2) μήνες.
4) Αύξηση χρονικού διαστήματος μετατροπής σύμβασης αορίστου χρόνου σε ορισμένου
Με το άρθρο 41 του Ν.3986/2011 ορίζεται πλέον ότι «εφόσον η χρονική διάρκεια των διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου υπερβαίνει συνολικά τα τρία (3) έτη, τεκμαίρεται ότι με αυτές επιδιώκεται η κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης με συνέπεια τη μετατροπή αυτών σε συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου. Αν στο χρονικό διάστημα των τριών (3) ετών ο αριθμός των ανανεώσεων, διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας υπερβαίνει τις τρεις (3), τεκμαίρεται ότι με αυτές επιδιώκεται η κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης με συνέπεια τη μετατροπή των συμβάσεων αυτών σε συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου.» Πριν από τη ψήφιση του νόμου αυτού το χρονικό διάστημα που αποτελούσε κριτήριο για την μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου ήταν δύο (2) έτη.
5) Αύξηση χρονικού διαστήματος δανεισμού εργαζομένων
Εταιρείες Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.) είναι οι εταιρείες οι οποίες έχουν ως αντικείμενο δραστηριότητας την παροχή εργασίας από μισθωτούς τους σε άλλον εργοδότη (έμμεσο εργοδότη) με τη μορφή της προσωρινής απασχόλησης.
Ως προσωρινή απασχόληση νοείται η εργασία, η οποία παρέχεται σε άλλον εργοδότη (έμμεσος εργοδότης) για περιορισμένο χρονικό διάστημα από μισθωτό, ο οποίος συνδέεται με τον εργοδότη του (άμεσος εργοδότης) με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου και επιτρέπεται μόνο υπό τους όρους και προϋποθέσεις του σχετικού νόμου.
Με τη ψήφιση του νόμου 3899/17-12-2010, σχετικά με το χρονικό διάστημα κατά το οποίο εργαζόμενος μπορεί να απασχοληθεί ως δανειζόμενος από Εταιρεία Προσωρινής Απασχόλησης, η διάρκεια της απασχόλησης του μισθωτού από τον έμμεσο εργοδότη, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ενδεχόμενες ανανεώσεις που γίνονται εγγράφως, δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από τους τριάντα έξι (36) μήνες. Σε περίπτωση υπέρβασης των χρονικών ορίων, που τίθενται από την παρούσα παράγραφο, επέρχεται μετατροπή της υπάρχουσας σύμβασης σε σύμβαση αορίστου χρόνου με τον έμμεσο εργοδότη.
Πριν τη μεταβολή αυτή ο νόμος όριζε σχετικά : «Η διάρκεια της απασχόλησης του μισθωτού από τον έμμεσο εργοδότη, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ενδεχόμενες ανανεώσεις που γίνονται εγγράφως, δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από δώδεκα μήνες. Κατ΄ εξαίρεση επιτρέπεται η υπέρβαση της διάρκειας αυτής με μέγιστο όριο τους δεκαοκτώ (18) μήνες, αν ο προσωρινά απασχολούμενος αναπληρώνει μισθωτό του οποίου η σύμβαση για οποιονδήποτε λόγο είναι σε αναστολή».
6) Συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου νέων, ηλικίας 18 έως 25 ετών, για απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας
Για την αντιμετώπιση της ανεργίας ο Υπουργός Εργασίας με το  άρθρο 43 του ν.  3986/2011 έδωσε την δυνατότητα σε νέους  ηλικίας από 18 έως 25 ετών, να συνάπτουν με εργοδότες συμβάσεις εργασίας για την απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας, διάρκειας μέχρι 24 μήνες και με αποδοχές μικρότερες έως είκοσι τοις εκατό (20%) από τις προβλεπόμενες για νεοπροσλαμβανόμενο, χωρίς προϋπηρεσία της ειδικότητάς τους, όπως αυτή ορίζεται στην οικεία συλλογική σύμβαση εργασίας (ομοιοεπαγγελματική, κλαδική, επιχειρησιακή ή εθνική γενική) και ασφαλίζονται στους κλάδους σύνταξης, ασθενείας σε είδος και επαγγελματικού κινδύνου του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, οι δε σχετικές ασφαλιστικές εισφορές αποδίδονται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από τον εργοδότη.
Επίσης, επιτρέπεται να συνάπτονται περισσότερες από μία συμβάσεις εργασίας, στον ίδιο ή άλλο εργοδότη, μέσα σε διάστημα 24 μηνών από τη σύναψη της πρώτης σύμβασης απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας. Οι συμβάσεις αυτές γνωστοποιούνται αμελλητί ή το αργότερο εντός της επόμενης της σύμβασης ημέρας στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) και στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) της έδρας του εργοδότη.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την σύναψη αυτών είναι οι εργοδότες που συνάπτουν συμβάσεις εργασίας να μην έχουν προβεί κατά τους τελευταίους 3 μήνες πριν από τη σύναψη συμβάσεων απόκτησης εργασιακής εμπειρίας σε μείωση του προσωπικού που απασχολούν, αλλά ούτε να προβούν σε μείωση του προσωπικού που απασχολούν κατά τη διάρκεια ισχύος των συμβάσεων αυτών.
Μυρσίνη Δρίμτζια, Οικονομολόγος, συνεργάτης της Επιστημονικής Ομάδας της Epsilon Net
Νικόλαος Παπαγιάννης, οικονομολόγος – φοροτεχνικός, ΑΜΙΑ, συνεργάτης της Επιστημονικής Ομάδας της Epsilon net